Δύσκολο το ξεκίνημα της τρέχουσας εβδομάδας για την ελληνική χρηματιστηριακή αγορά. Δύο αρκετά αρνητικές συνεδριάσεις έφεραν τον γενικό δείκτη στο χαμηλότερο επίπεδο του τελευταίου διμήνου και αύξησαν την ανησυχία για ακόμα χειρότερες εξελίξεις τις επόμενες ημέρες. Είναι ίσως η πρώτη φορά ύστερα από πολλούς μήνες που εμφανίζονται αμφιβολίες για το κατά πόσο θα διατηρηθεί η ανοδική πορεία του ελληνικού χρηματιστηρίου, το τελευταίο σκέλος της οποίας ξεκίνησε τον περασμένο Οκτώβριο.
Δύο είναι οι βασικοί λόγοι για αυτό: η μεγάλη ένταση στη Μέση Ανατολή που έχει δημιουργήσει πλέον βάσιμους φόβους για ακόμα πιο επικίνδυνη κλιμάκωση μετά την ευθεία αντιπαράθεση Ισραήλ και Ιράν και ο προβληματισμός για το κατά πόσο είναι δυνατόν να επανέλθει το πολιτικό ρίσκο στην εσωτερική μας αγορά. επενδυτικές ανησυχίες. Η αναφορά σε εσωτερικό πολιτικό ρίσκο δεν είναι τυχαία, καθώς η έλλειψή του είναι ένας από τους βασικούς παράγοντες της μεγάλης ανόδου του Χρηματιστηρίου Αθηνών από τον Οκτώβριο του 2022 μέχρι σήμερα.
Δεν είναι μόνο η εξαιρετική πορεία πολλών εισηγμένων επιχειρήσεων και η επιστροφή των τραπεζών από την πολύχρονη «επενδυτική εξορία» που έπεισαν τους επενδυτές να εμπιστευθούν και πάλι το χρηματιστήριό μας ύστερα από πολλά χρόνια, αλλά και η ουσιαστική έλλειψη πολιτικού κινδύνου και η βεβαιότητα πως η κυβέρνηση θα συνεχίσει να ασκεί οικονομική πολιτική φιλική προς το χρηματιστήριο και τις επιχειρήσεις.
Αυτός ο εξαιρετικός συνδυασμός είχε σαν αποτέλεσμα και την αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας και την επιστροφή της στην επενδυτική βαθμίδα. Με την περσινή επανεκλογή της κυβέρνησης που ανέλαβε τις τύχες της χώρας το καλοκαίρι του 2019, δημιουργήθηκε στην πλειοψηφία των επενδυτών η πεποίθηση πως η επόμενη φορά που το χρηματιστήριο και οι επενδυτές θα χρειαστεί να ασχοληθούν με εσωτερικά πολιτικά ζητήματα θα είναι κάποια στιγμή προς το 2027.
Αυτό εξακολουθεί να αποτελεί ένα πολύ πιθανό ενδεχόμενο, το πιθανότερο θα λέγαμε. Όμως, τώρα τελευταία οι επενδυτές έχουν αρχίσει να μην νοιώθουν τόσο σίγουροι για την απουσία του πολιτικού ρίσκου. Διάφορα γεγονότα που έχουν συμβεί έχουν ως αποτέλεσμα την εμφάνιση αμφιβολιών για το κατά πόσο η συνέχιση της κυβερνητικής θητείας θα είναι τόσο ανέφελη όσο είχε προεξοφλήσει το χρηματιστήριο. Οι αμφιβολίες αυτές δεν είναι βέβαια τόσο ισχυρές αυτή τη στιγμή, έχουν όμως αρχίσει να γίνονται αντικείμενο -χαμηλόφωνων προς το παρόν- συζητήσεων μεταξύ αρκετών επενδυτών.
Όχι γιατί πιστεύει κανείς πως κινδυνεύει η κοινοβουλευτική πλειοψηφία της κυβερνητικής παράταξης αλλά γιατί οι επικείμενες Ευρωεκλογές θα μπορούσαν να προκαλέσουν αναταραχή αν το αποτέλεσμά τους φέρει τη δύναμη της κυβέρνησης αρκετά πιο χαμηλά από την περσινή επίδοσή της. Κάποιος θα μπορούσε να πει, και τυπικά θα είχε δίκιο, πως το αποτέλεσμα των Ευρωεκλογών είναι λίγο πολύ αδιάφορο όσον αφορά στις ισορροπίες μέσα στο ελληνικό κοινοβούλιο.
Ξέρουμε όμως πως υπό ορισμένες προϋποθέσεις τα πράγματα αλλάζουν, και αυτός είναι ο φόβος όσων επενδυτών προβληματίζονται σχετικά με το τι θα γίνει στις 9 Ιουνίου. Ένα εκλογικό αποτέλεσμα που θα φέρει τη συζήτηση περί πολιτικού κινδύνου στο προσκήνιο μπορεί να δημιουργήσει κλίμα αμφιβολίας για τη δυνατότητα της κυβέρνησης να συνεχίσει την άσκηση της πολιτικής της χωρίς προβλήματα και για την ικανότητά της (ίσως και την επιθυμία της) να προχωρήσει στις μεταρρυθμίσεις που περιμένουν να δουν οι Έλληνες και ξένοι επενδυτές.
Δεδομένου του σχετικά μικρού χρονικού διαστήματος που μένει μέχρι τη διεξαγωγή των ευρωεκλογών, δεν είναι λογικό να περιμένουμε έντονη εκδήλωση ανησυχίας για την επανεμφάνιση πολιτικού ρίσκου πριν την 9η Ιουνίου. Εκτός βέβαια αν εμφανιστούν δημοσκοπήσεις με προβλέψεις που θα τρομάξουν πολύ τους επενδυτές. Επαναλαμβάνουμε πως η κοινοβουλευτική πλειοψηφία της κυβέρνησης είναι πολύ καθαρή και ουδείς μπορεί να την αμφισβητήσει.
Αυτό όμως που φοβούνται όσοι συζητούν το ζήτημα της πολιτικής σταθερότητας είναι πως ένα «κακό» αποτέλεσμα στις ευρωεκλογές θα μπορούσε να δημιουργήσει και πάλι, όπως είχε γίνει την προηγούμενη δεκαετία, συνθήκες ώριμες για την άνοδο κομμάτων με προγράμματα γεμάτα διακηρύξεις και υποσχέσεις που δεν έχουν καμία σχέση με τη διεθνή πραγματικότητα. Δεν χρειάζεται να θυμίσουμε τις περιπέτειες στις οποίες μπήκε η χώρα όταν μεγάλο μέρος των Ελλήνων ψηφοφόρων ασπάστηκε τέτοιου τύπου προγράμματα, με τελικό αποτέλεσμα την ανάληψη της διακυβέρνησης από μία κυβέρνηση που για μερικούς μήνες ήρθε σε ευθεία σύγκρουση όχι μόνο με τις αγορές και τους επενδυτές αλλά και με όλους τους συμμάχους της χώρας.
Σενάρια επιστημονικής φαντασίας θα πει κάποιος αλλά οι επενδυτές είναι υποχρεωμένοι να σκέφτονται όλα τα πιθανά ενδεχόμενα, όσο μικρές και να είναι οι πιθανότητες να γίνουν πραγματικότητα.
Όπως είπαμε στην αρχή όμως, ο φόβος για πιθανή εμφάνιση πραγματικού πολιτικού ρίσκου και πολιτικής αστάθειας δεν είναι ο μόνος που απασχολεί τους επενδυτές του ελληνικού χρηματιστηρίου. Τους απασχολεί και ο κίνδυνος περαιτέρω ανάφλεξης της ήδη έκρυθμης κατάστασης στη Μέση Ανατολή Η προχθεσινή ιρανική επίθεση εναντίον του Ισραήλ δεν φαίνεται προς το παρόν να αποτελεί άμεση αφορμή για σημαντική κλιμάκωση της έντασης στην περιοχή αλλά κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος για το τι θα μπορούσε να γίνει από εδώ και μετά.
Από χρηματιστηριακής απόψεως μάλιστα, ακόμα και η πιθανότητα παράτασης της σημερινής κατάστασης για πολλές ακόμα εβδομάδες είναι ένα πολύ αρνητικό ενδεχόμενο για το ελληνικό χρηματιστήριο. Όχι μόνο γιατί κάτι τέτοιο σημαίνει πως οι διεθνείς τιμές του πετρελαίου δύσκολα θα κατεβούν από τα τωρινά επίπεδα, με σαφώς αρνητικές συνέπειες για την πορεία του πληθωρισμού και για πλήθος επιχειρήσεων που ένα μεγάλο μέρος του κόστους λειτουργίας τους εξαρτάται από το κόστος των καυσίμων.
Κάτι εξίσου αρνητικό θα είναι η πιθανή ακύρωση ή καθυστέρηση διαφόρων πολύ σημαντικών επιχειρηματικών σχεδίων στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, κυρίως στον ενεργειακό τομέα, σχεδίων στα οποία έχουν μερίδιο συμμετοχής ελληνικές επιχειρήσεις υπό ιδιωτικό ή κρατικό έλεγχο.
Με αρκετούς επενδυτές να σκέφτονται και να συζητούν, έστω και χαμηλόφωνα, το πόσο άσχημα θα μπορούσαν να εξελιχθούν τα πράγματα στο εσωτερικό και το εξωτερικό μέτωπο, δεν μας είχε κάνει εντύπωση η δυσκολία του Γενικού Δείκτη του Χρηματιστηρίου Αθηνών να καταφέρει να ξεπεράσει την περιοχή των 1.430 μονάδων την οποία προσέγγισε για πρώτη φορά στο τέλος του Φεβρουαρίου. Ούτε η σαφώς αρνητική εικόνα της αγοράς κατά τη χθεσινή και την προχθεσινή συνεδρίαση, με τον Γενικό Δείκτη να πλησιάζει πάλι επικίνδυνα τα χαμηλότερα επίπεδα του τελευταίου διμήνου.
Τα καλά επιχειρηματικά νέα από το μεγαλύτερο μέρος των βασικών εταιρειών που συμμετέχουν στους μεγάλους χρηματιστηριακούς δείκτες της αγοράς μας, όπως και οι συνεχείς ανοδικές αναθεωρήσεις των τιμών στόχων από τους εγχώριους και διεθνείς χρηματιστηριακούς αναλυτές δεν μπορούν να δώσουν αρκετή ώθηση στην αγορά όσο υπάρχουν αυτοί οι φόβοι. Μετά το κακό χρηματιστηριακό ξεκίνημα της τρέχουσας εβδομάδας, το μεγάλο ερώτημα είναι αν αυτοί οι φόβοι θα οδηγήσουν την αγορά σε καθοδική διάσπαση κάποιων σημαντικών σημείων στήριξης που βρίσκονται πολύ κοντά στο χθεσινό χρηματιστηριακό κλείσιμο.
Μπορεί να έχουμε φτάσει σε σχετικά κρίσιμα σημεία αλλά αυτό δεν σημαίνει πως οπωσδήποτε η συνέχεια θα είναι χειρότερη. Αυτό θα εξαρτηθεί από το αν θα συμβούν πράγματα που θα εντείνουν τις δύο ανησυχίες στις οποίες αναφερθήκαμε σήμερα και θα χαλάσουν ακόμα περισσότερο την επενδυτική ψυχολογία, σε συνδυασμό βέβαια με το πως θα κινηθούν οι διεθνείς αγορές και κυρίως η αμερικανική που πάντα δίνει τον τόνο όταν οι επενδυτές είναι προβληματισμένοι. Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως, τουλάχιστον σε βραχυπρόθεσμο επίπεδο, η επενδυτική ψυχολογία παίζει πάντα σημαίνοντα ρόλο στις κινήσεις των αγορών.
Πηγές Άρθρων
Ολα τα άρθρα που θα βρείτε εδώ προέρχονται από τους μεγαλύτερους και πιο αξιόπιστους ιστότοπους ειδήσεων.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά εδώ!