Η THQ Nordic είπε να πάρει ένα κομμάτι από την μεγάλη πλέον «πίτα» των remakes survival horror παιχνιδιών και να αναστήσει ένα θρυλικό franchise που εδραίωσε θα έλεγα το είδος. Αναφέρομαι, φυσικά, στο Alone in the Dark, το οποίο επιστρέφει στο σήμερα πλήρως ανανεωμένο ως remake-reimaging και ακολουθεί το μονοπάτι που χάραξε με μεγάλη επιτυχία η Capcom με τα remakes των Resident Evil και πολύ πρόσφατα η Konami με το επερχόμενο Silent Hill 2.
Για να το καταφέρει αυτό, η THQ Nordic έδωσε το IP σε μία μικρή ομάδα ανάπτυξης, την Pieces Interactive. Η εν λόγω ομάδα δεν έχει πολλά παιχνίδια στο ιστορικό της, με τον πιο γνωστό τίτλο της να είναι το Magicka 2.
Το νέο Alone in the Dark λειτουργεί ως remake του αρχικού τίτλου του 1992, το οποίο είχε γνωρίσει μεγάλη επιτυχία και είχε λατρευτεί από πολλούς. Θέλω να αναφέρω σε αυτό το σημείο, ότι κεντρικός director εδώ είναι ο Mikael Hedberg, ο οποίος είχε εργαστεί στο παρελθόν στο εκπληκτικό SOMA και σε άλλα σχετικά projects, όπως είναι τα Amnesia: The Dark Descent, Amnesia: Rebirth κ.α.
Από το πρώτο κιόλας trailer θα έλεγα ότι τα συναισθήματά μου ήταν κάπως ανάμεικτα, αφού από τη μία ήθελα πολύ να το πιάσω στα χέρια μου ως λάτρης των survival horror παιχνιδιών που είμαι, αλλά από την άλλη δεν με έψηνε και ιδιαίτερα, καθώς μου φαινόταν ένα AA παιχνίδι, που χρειαζόταν περισσότερη δουλειά. Άλλωστε αυτό φάνηκε και από τις αρκετές αναβολές που είχε λάβει ο τίτλος.
Το Alone in the Dark ακολουθεί την Emily Hartwood, την οποία υποδύεται μία πολύ γνωστή ηθοποιός, η Jodie Comer, που μπορεί να γνωρίζετε μέσα από την επιτυχημένη σειρά Killing Eve ή την ταινία Free Guy με τον Ryan Reynolds, αλλά και τον Edward Carnby που τον ρόλο εδώ έχει ο David Harbour που μάλλον θα ξέρετε ως Jim Hopper στο Stranger Things.
Από την αρχή, το παιχνίδι δίνει την επιλογή στον παίκτη να διαλέξει όποιον χαρακτήρα θέλει για να ξεκινήσει, δηλαδή ή την Emily ή τον Edward, με τον καθένα να έχει το δικό του campaign, τους δικούς του μοναδικούς διαλόγους και να βλέπει μερικά διαφορετικά σκηνικά, ανάλογα τις περιστάσεις.
Η ομάδα ανάπτυξης λέει ότι για να απολαύσετε το παιχνίδι στο 100%, τότε καλό θα είναι να παίξετε και με τους δύο χαρακτήρες, όπως ακριβώς έκανα και εγώ. Ο τίτλος παίρνει περίπου από 6 έως και 10 ώρες για το κάθε playthrough και μπορώ να πω ότι τη δεύτερη φορά είναι αρκετά πιο βατός, μιας και στα πρώτα chapters οι δύο χαρακτήρες καλούνται να λύσουν τους ίδιους γρίφους. Ουσιαστικά, αυτό που είδα εγώ, είναι ότι ο κάθε χαρακτήρας βλέπει ελάχιστα διαφορετικά πράγματα στο κάθε campaign του.
Η υπόθεση είναι πολύ απλή αρχικά, αλλά όσο έπαιζα τα πράγματα περιπλέκονταν περισσότερο και μπορώ να πω ότι έμεινα έκπληκτος σε ορισμένα σημεία και αυτό μου άρεσε. Το παιχνίδι λαμβάνει χώρα στα ‘20s και έχει gothic αισθητική με Lovecraftian horror στοιχεία.
Ας πάρω όμως τα πράγματα από την αρχή. Η Emily προσλαμβάνει τον Edward ως ιδιωτικό ντετέκτιβ και ταξιδεύουν μαζί μέχρι το αρχοντικό ονόματι Derceto Manor, για να εξερευνήσουν μια συγκεκριμένη υπόθεση: να βρουν τον Jeremy Hartwood, τον θείο της Emily, ο οποίος μάλλον δεν περνάει και την καλύτερη φάση της ζωής του.
Και ενώ τα πράγματα κυλούν αρκετά ομαλά στην αρχή και οι δύο χαρακτήρες καταλαβαίνουν με την πάροδο του χρόνου ότι τίποτα δεν όπως φαίνεται, αφού όλο το Derceto αρχίζει και αλλάζει και μεταμορφώνεται σε έναν ατελείωτο εφιάλτη. Η ιστορία είναι το μεγαλύτερο χαρτί του παιχνιδιού, γιατί σχεδόν σε όλα τα υπόλοιπα έχω πολλά παράπονα, αν και να σημειώσω ότι είναι αρκετά πιστό στον προκάτοχό του σε πολλά σημεία.
Και ξεκινάω: Θα ήθελα η Pieces Interactive να αφιερώσει περισσότερο χρόνο στο gameplay του παιχνιδιού και να προσθέσει νέες ιδέες εφόσον μιλάμε για ένα remake-reimaging. Το παιχνίδι παραμένει πιστό στο αρχικό του 1992 και προσφέρει ελάχιστα νέα πράγματα όσον αφορά το gameplay.Σημαντικό ρόλο παίζουν οι melee επιθέσεις, όπου δίνονται στον παίκτη πολλές επιλογών όπλων, όπως τσεκούρια, ξύλα και φτυάρια, που μετά από κάποια συγκεκριμένα hits σπάνε.
Το ίδιο, όμως, δε συμβαίνει με τα όπλα από μακρινές αποστάσεις, αφού ο τίτλος προσφέρει μόλις τρία στον αριθμό, τα οποία είναι ακριβώς ίδια και στα δύο campaigns. Οι πρωταγωνιστές μπορούν να εξοπλιστούν με ένα πιστόλι, με ένα shotgun και με ένα τύπου SMG. Και το ακόμα πιο απογοητευτικό για εμένα, μιας και μιλάμε για παιχνίδι του 2024 ξανά λέω, είναι ότι κανένα από τα όπλα δεν αναβαθμίζεται, ενώ δεν υπάρχει ούτε καν ένα κλασσικό inventory, όπως έχουμε δει σε άλλα survival horror παιχνίδια.
Δηλαδή, δεν υπάρχει παραδοσιακό inventory όπου ο παίκτης μπορεί να δει τα όπλα που έχει, να τα αναβαθμίσει, κ.ο.κ. Αντ’ αυτού, όλα τα όπλα φαίνονται σταθερά μόνο πάνω στο HUD. Υπάρχει ένα τύπου inventory, αλλά αυτό προσφέρει πρόσβαση μόνο στον χάρτη, στα objectives και στα αντικείμενα, όπως είναι τα βιβλία και τα quest items. Μέσα σε αυτό το menu υπάρχει και η κατηγορία των Lagniappes.
Τα Lagniappes χωρίζονται σε μία τεράστια λίστα, όπου η κάθε μία χρειάζεται τρία διαφορετικά αντικείμενα που υπάρχουν στο Manor και σε άλλες περιοχές, όπου μόλις τα έβρισκα και συμπλήρωνα ουσιαστικά τη λίστα, η ανταμοιβή μου ήταν είτε κάποια άλλα αντικείμενα, είτε μάθαινα πράγματα για τον κόσμο του παιχνιδιού και την ιστορία του. Πραγματικά, μπορώ να πω ότι σε αυτό το κομμάτι με απογοήτευσε αρκετά, καθώς είμαι συνηθισμένος από την Capcom -και από άλλα τέτοιου είδους παιχνίδια- να έχω το inventory μου για να ξέρω ακριβώς τι έχω. Να σημειώσω κάπου εδώ ότι το Alone in the Dark δεν έχει grenades ή τέτοιου είδους δευτερόντα weapons, αλλά κάποια μπουκάλια διάσπαρτα στο εκάστοτε επίπεδο, όπου μπορούσα να τα πετάξω στους εχθρούς και να τους βάλω φωτιά κλπ.
Η κάμερα του παιχνιδιού είναι over the shoulder τρίτου προσώπου και όσον αφορά το shooting, το οποίο είναι θεωρώ ο βασικός κορμός στο gameplay, είμαι απογοητευμένος. Το παιχνίδι έχει πολύ μέτριο shooting που κάνει πραγματικά ό,τι θέλει αυτό, αφού πολλές φορές ένιωθα ότι βαρούσα αλλού και αλλού πήγαινε η σφαίρα.
Εκτός από τον στόχο που ήταν αρκετά μεγάλος και μίκραινε όσο είχα κρατημένο το LB, το ίδιο το shooting δεν λειτουργούσε όσο καλά θα περίμενα, αφού τις περισσότερες φορές ένιωθα ότι βαρούσα σε τοίχο, χωρίς να έχει κάποια ιδιαίτερη αίσθηση που θα μπορούσε να με «πορώσει» και να με κάνει να διασκεδάσω. Τις περισσότερες φορές απέφευγα τους εχθρούς ή απλά να τους χτυπούσα μόνο για να προχωρήσω. Κανένας ρεαλισμός, κανένα ενδιαφέρον, λες και η ομάδα ανάπτυξης το είχε σε δεύτερη μοίρα. Το ίδιο ισχύει και για τις melee επιθέσεις, αφού πολλές φορές πήγαινα μπροστά στον εκάστοτε εχθρό και νόμιζα ότι χτυπούσα χαρτί.
Σε αυτό έπαιξαν ρόλο και τα animations που ήταν στην καλύτερη των περιπτώσεων μέτρια, με τους χαρακτήρες, τα NPCs, τους εχθρούς και γενικά ό,τι κινείται μέσα στο χώρο, να κινείται σπασμωδικά και άτσαλα. Και μιας και μιλάω και για χαρακτήρες, εκτός από τους δύο πρωταγωνιστές, ξεχώρισα μόλις δύο, που είχαν κάπως μια προσωπικότητα και ενδιαφέρον σε αυτά που έλεγαν. Να σημειώσω κάπου εδώ, ότι το Alone in the Dark είχε ελάχιστους διαφορετικούς εχθρούς (μετρημένους ίσως στο ένα χέρι) και σχεδόν ανύπαρκτα boss fights (δε θέλω να πω περισσότερα εδώ λόγω spoilers). Επίσης, κάποιοι θα βρουν εκνευριστικό και το ότι ο χαρακτήρας δεν μπορεί να τρέξει και να κάνει ταυτόχρονα reload. Αυτό βέβαια προσδίδει στη δυσκολία και πιστεύω το κράτησαν γι’ αυτό το λόγο.
Αυτοί είναι πάνω κάτω οι gameplay μηχανισμοί του και λειτουργούν όπως ακριβώς θα φαντάζεστε, χωρίς να προσθέτουν κάτι καινούργιο. Πολλές φορές μάλιστα ένιωθα ότι έπαιζα παιχνίδι του PlayStation 1.
Θέλω να πω δυο λόγια και για τα περιβάλλοντα και όλες τις περιοχές που υπάρχουν μέσα στο νέο Alone in the Dark. Εκτός από το Manor που είναι τεράστιο και όμορφο στον σχεδιασμό του, κάτι θα γίνεται σε κάθε chapter και θα βρίσκεστε και σε άλλες περιοχές πιο σκοτεινές και ιδιαίτερες. Δεν μπορώ να αποκαλύψω πολλά λόγω του ότι δε θέλω να σας δώσω spoilers, αλλά τα λάτρεψα σχεδόν όλα. Είχαν φαντασία και προσωπικότητα και με έκαναν να θέλω να τα εξερευνώ. Μπορώ να πω ότι εδώ δεν είχα κάποιο παράπονο.
Επειδή μιλάμε για ένα survival horror παιχνίδι, ναι, είναι γεμάτο με γρίφους και πολλές διαδικασίες που πρέπει να ακολουθήσετε για να προχωρήσετε την ιστορία. Θα βρείτε γρίφους με talismans, με πίνακες και ό,τι άλλο μπορεί να περιμένετε από ένα τέτοιο παιχνίδι, αλλά και διαδικασίες όπως πάρε το τάδε και πήγαινε βάλτο εκεί. Αν σας αρέσουν αυτά, που προσδίδουν στη συνολική εμπειρία, τότε πιστεύω ότι δε θα έχετε παράπονο, ειδικά αν είστε λάτρεις των Resident Evil/Silent Hill, θα αισθανθείτε αρκετά οικεία.
Το soundtrack και γενικά η μουσική και η ατμόσφαιρά του είναι σε ικανοποιητικά επίπεδα, χωρίς όμως να εντυπωσιάζει τίποτα από τα τρία. Καθώς περιηγούμουν μέσα στην τεράστια έπαυλη έπαιζε ένα απαλό jazz κομμάτι που ταίριαζε γάντι, με τις μελωδίες να αλλάζουν ανάλογα την περίσταση, με πιο ζωντανά και αγχώδη κομμάτια.
Τα γραφικά του Alone in the Dark είναι φτιαγμένα με την Unreal Engine 4 και παρόλο που δεν έχω σχεδόν κανένα παράπονο όσον αφορά το περιβάλλον, το οποίο έδειχνε όμορφο και ποιοτικό, οι χαρακτήρες θύμιζαν παλιάς γενιάς παιχνίδι. Να σας πω κάπου εδώ ότι έπαιζα την έκδοση του PC και δεν γνωρίζω τι ισχύει για τις κονσόλες.
Οι δύο πρωταγωνιστές είχαν ωραίες λεπτομέρειες πάνω τους (είναι τα μοντέλα των ηθοποιών), αλλά σχεδόν όλοι οι υπόλοιποι έμοιαζαν με ψεύτικες κούκλες γυαλισμένες και αυτό με ξένισε αρκετά. Επίσης το ίδιο ισχύει και για το lip sync, το οποίο ήταν σχεδόν ανύπαρκτο και καθώς έκανε η zoom κοντινό η κάμερα, χαλούσε η συνολική ατμόσφαιρα. Τα animations ήταν άτσαλα και βιαστικά, θα μπορούσαν να είχαν δουλευτεί περισσότερο, οι εκφράσεις προσώπου επίσης μέτριες, ενώ και το ίδιο το περιβάλλον και τα αντικείμενα ένιωθα λες και ήταν «κολλημένα» και δεν είχαν ζωή. Δεν κουνιόταν σχεδόν τίποτα.
Επίσης, έτυχα κάποια bugs και glitches, όπως μία φορά που το shotgun είχε κολλήσει κάτω στο πάτωμα και προχωρούσα μαζί με αυτό για πολύ ώρα (χρειάστηκε να κάνω reload το save για να ξεκολλήσει). Σε γενικές γραμμές ο τίτλος έτρεχε καλά, αν και είχα κάποια frame drops και σε αυτό σίγουρα δεν φταίει ο υπολογιστής μου, καθώς είναι εξοπλισμένος με RTX 3090 Ti. Πριν ολοκληρώσω την άποψή μου, θέλω να πω ότι έρχεται πάντως ένα day one patch που ίσως βελτιώσει πολλά από τα θέματα που αντιμετώπισα. Το Alone in the Dark θα κυκλοφορήσει για τα PC, PlayStation 5 και Xbox Series X|S στις 20 Μαρτίου. Έπαιξα συνολικά 16 ώρες και για τα δύο campaigns.
Συνοψίζοντας : Το Alone in the Dark επιστρέφει μετά από χρόνια στο σήμερα με ένα remake του θρυλικού τίτλου του 1992, προσφέροντας μια gothic αισθητική που πολλοί θα αγαπήσουν. Ωστόσο, παρά την ενδιαφέρουσα ιστορία και τα εντυπωσιακά περιβάλλοντά του, ο τίτλος έχει αρκετές αδυναμίες και δεν κάνει πολλά βήματα μπροστά. Πολλές φορές ένιωθα πως έπαιζα παιχνίδι των PS1-PS2. Ο βασικός κορμός του, το gameplay, είναι αδύναμο. Έχει λιγοστούς εχθρούς και bosses, ανύπαρκτο παραδοσιακό inventory και αδιάφορους χαρακτήρες. Τα γραφικά δεν εντυπωσιάζουν, ενώ συνάντησα και κάποια εκνευρίστηκα τεχνικά λάθη. Γενικά θεωρώ πως χρειαζόταν να λάβει μία ακόμη μικρή καθυστέρηση, έτσι ώστε η ομάδα να έχει περισσότερο χρόνο για να γυαλίσει το πόνημά της καλύτερα, διότι υπήρχε πάθος πίσω από το project. Δυστυχώς, όμως, δηλώνω κάπως απογοητευμένος από το συνολικό αποτέλεσμα και θα το πρότεινα μόνο σε κάποια μείωση τιμής, διότι θεωρώ ότι υπάρχουν καλύτερες προτάσεις για να επενδύσετε τα χρήματά σας.
Tested on : PC
Developer : Pieces Interactive
Publisher : THQ Nordic
Distributor : THQ Nordic
Available for : PC, Xbox Series X|S, PlayStation 5
Release date : 20-03-2024
Πηγές Άρθρων
Ολα τα άρθρα που θα βρείτε εδώ προέρχονται από τους μεγαλύτερους και πιο αξιόπιστους ιστότοπους ειδήσεων.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά εδώ!