«Μου φαινόταν αδύνατον να αφήσω τον κόσμο, πριν δώσω όλα αυτά που ένιωθα πως υπήρχαν μέσα μου. Γι’ αυτό υπέμεινα αυτή την άθλια ύπαρξη, πραγματικά άθλια μέσα σ’ ένα τόσο ευάλωτο σώμα, που μια ξαφνική αλλαγή, μπορεί να το ρίξει από την καλύτερη στη χειρότερη κατάσταση». Αυτά τα λόγια έγραφε ο 32χρονος Λούντβιχ Βαν Μπετόβεν στην περίφημη Διαθήκη του Χάιλιγκενσταντ. Μια επιστολή που απευθύνεται στους δύο αδελφούς του, Καρλ και Γιόχαν, και έφερε την ένδειξη να ανοιχτεί και να εκτελεστεί μετά τον θάνατό του.
Σε αυτήν διατυπώνεται η απελπισία που ένιωθε από τα προβλήματα υγείας του και τη σταδιακή κώφωσή του, αλλά και η πίστη στο ταλέντο του, το πάθος να εκπληρώσει το καλλιτεχνικό του πεπρωμένο. Είκοσι δύο χρόνια μετά τη συγγραφή της επιστολής, στις 7 Μαΐου του 1824, με την υγεία του πιο επιβαρυμένη από ποτέ, αλλά και με την αυτοπεποίθηση πλέον ενός ολοκληρωμένου δημιουργού, ο συνθέτης παρουσιάζει για πρώτη φορά την Ενάτη Συμφωνία του.
Το μέρος της πρεμιέρας, δε θα μπορούσε να είναι άλλο από την Βιέννη. Παρόλο που ο Μπετόβεν τα τελευταία χρόνια της ζωής του είχε απογοητευτεί από τη στάση των Αυστριακών απέναντι στη μουσική του, δεν μπόρεσε να μείνει ασυγκίνητος από την επιστολή που υπέγραψαν Αυστριακοί αριστοκράτες αλλά και σημαντικές προσωπικότητες του δημόσιου βίου, ζητώντας του να κάνει την πρεμιέρα του νέου έργου του στη Βιέννη.
Σχετικό Άρθρο
«Τα νέα στη Βιέννη είναι πως ο Μπετόβεν θα δώσει μια συναυλία στην οποία θα παρουσιάσει την καινούργια του συμφωνία, τρία μέρη από μια νέα λειτουργία (σ.σ. Missa Solemnis) και μια καινούργια εισαγωγή (σ.σ. Ο Αγιασμός των Οικιών)», διαβάζουμε σε επιστολή του 27χρονου Φραντς Σούμπερτ που χρονολογείται στις 31 Μαρτίου του 1824. Είχε ήδη ακουστεί ότι η νέα συμφωνία ήταν πολύ μεγαλύτερη σε έκταση από όλες τις προηγούμενες στο είδος της, καθώς και ότι περιείχε χορωδιακά μέρη και τραγουδιστές σολίστ, κάτι που επίσης δεν είχε ξαναγίνει. Όπως είναι λογικό, όλες αυτές οι πληροφορίες εκτόξευσαν την περιέργεια του κοινού.
Το εγχείρημα που θα λάμβανε χώρα στο Θέατρο Καίρντνερτορ δεν ήταν εύκολο. Την εποχή του Μπετόβεν δεν υπήρχαν επαγγελματικές ορχήστρες. Μόνο τα μεγάλα θέατρα είχαν δικές τους ορχήστρες, οι οποίες περιστασιακά συμμετείχαν και σε συμφωνικές συναυλίες. Για τη μεγάλη πρεμιέρα, συγκεντρώθηκαν οι κορυφαίοι μουσικοί της πόλης, αλλά και οι καλύτεροι ερασιτέχνες για να καλύψουν τα κενά της τεράστιας σε μέγεθος ορχήστρας. Επειδή κανένα από τα τρία έργα της συναυλίας δεν είχε ακόμη εκδοθεί, μουσικοί, χορωδοί και τραγουδιστές ερμήνευαν από αντίγραφα των χειρόγραφων, τα οποία δυστυχώς περιείχαν αρκετά λάθη.
Παρά την αυξημένη δυσκολία της πρεμιέρας, η ορχήστρα μαζί με τη χορωδία και τους σολίστ κατάφερε να κάνει μόλις δύο ολοκληρωμένες πρόβες. Ο ερασιτέχνης μουσικός Λέοπολντ Σονλάιντερ που παρακολούθησε τις πρόβες, ανέφερε μερικά χρόνια αργότερα: «Ολόκληρη η συμφωνία, ειδικά το τελευταίο μέρος της, δημιούργησε μεγάλες δυσκολίες στην ορχήστρα. Αν και έπαιζαν κορυφαίοι μουσικοί, δυσκολεύτηκαν πολύ να καταλάβουν το τελευταίο μέρος».
Ωστόσο, η Βιέννη τίμησε και με το παραπάνω τον Μπετόβεν. Η ορχήστρα έπαιξε σε μια κατάμεστη αίθουσα και στο κοινό βρίσκονταν μεταξύ άλλων ο Φραντς Σούμπερτ, ο πιανίστας και παιδαγωγός Καρλ Τσέρνι και ο Αυστριακός καγκελάριος Κλέμενς φον Μέτερνιχ. Μετά από δώδεκα χρόνια απουσίας από τη σκηνή, ο Μπετόβεν επέστρεψε στο πόντιουμ, στο πλάι του Μίχαελ Ούμλαουφ. Σχεδόν εντελώς κουφός πλέον, αρκέστηκε στο να δίνει τον ρυθμό, ενώ οι μουσικοί ακολουθούσαν αποκλειστικά τη διεύθυνση του Ούμλαουφ. Μάλιστα, ο μύθος λέει ότι ακόμη και μετά το τέλος του έργου ο συνθέτης συνέχιζε να διευθύνει και χρειάστηκε η παρέμβαση της σοπράνο Κάρλιν Ούνγκερ για να τον στρέψει προς την πλευρά του κοινού, το οποίο τον αποθέωνε.
Η Ενάτη του Μπετόβεν έχει σημαδέψει όσο κανένα άλλο μουσικό έργο τις «χαρμόσυνες» στιγμές της Ιστορίας και της Τέχνης.
Από τότε, η Ενάτη έχει σημαδέψει όσο κανένα άλλο μουσικό έργο τις «χαρμόσυνες» στιγμές της Ιστορίας και της Τέχνης. Ο Ρίχαρντ Βάγκνερ εγκαινίασε την Όπερα του Μπαϊρόιτ διευθύνοντας την Ενάτη. Ο ίδιος έλεγε για τη Συμφωνία: «είναι το θεμέλιο μιας ολόκληρης σπουδαίας εποχής για την τέχνη, πέρα από τα όρια της οποίας δεν θα μπορούσε να ελπίζει κανείς άνθρωπος ότι θα περάσει και μέσα στην οποία κανείς δεν θα μπορούσε να πετύχει την ανεξαρτησία». Με αυτήν άνοιξε και πάλι μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο το φεστιβάλ του Μπαϊρόιτ τον Ιούλιο του 1951 έχοντας αποτινάξει ριζικά τη σφραγίδα του ναζισμού.
Ήταν, επίσης, το έργο που διηύθυνε ο Λέοναρντ Μπερνστάιν στο Βερολίνο ως εορτασμό της πτώσης του τείχους το 1989. Την ίδια χρονιά, ήχησε στην πλατεία Τιεν Αν Μεν του Πεκίνου από μεγάφωνα που είχαν στήσει οι εξεγερμένοι φοιτητές. Δεν ήταν λίγες, όμως, οι φορές που ολοκληρωτικά καθεστώτα προσπάθησαν μάταια να καπηλευθούν τη δύναμη και το όραμά της. Γεγονός άκρως ειρωνικό, αν λάβουμε υπόψη την απέχθεια του Μπετόβεν για τον αυταρχισμό και ειδικά για την αποικιοκρατία και τον Ναπολέοντα. Οι στίχοι του Φρίντριχ Σίλερ από την άλλη, μιλούν για έναν κόσμο χωρίς μοναρχία στον οποίο όλοι οι άνθρωποι είναι αδέρφια.
H συναυλία της 28ης Ιουνίου στο Ηρώδειο
Την Παρασκευή 28 Ιουνίου, η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών τιμώντας την επέτειο διακοσίων ετών από την πρώτη παρουσίαση της Ενάτης, ερμηνεύει την αθάνατη δημιουργία του Μπετόβεν στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού.
Τη μουσική διεύθυνση αναλαμβάνει ο διάσημος Εσθονοαμερικανός Νέεμε Γιάρβι. Ο πρώτος τη τάξει αρχιμουσικός από την περίφημη δυναστεία μαέστρων, εγγυάται μία συναρπαστική ανάγνωση του έργου που οδήγησε τη συμφωνική μουσική στα ανώτατα όριά της.
Σε μια βραδιά φόρο τιμής στα διακόσια χρόνια της σύνθεσης που συνεχίζει να συγκινεί και να αναλύεται με πάθος. Όχι τυχαία, η Ενάτη είναι το έργο – φαινόμενο που ταυτίστηκε με κομβικές στιγμές της Ιστορίας και της Τέχνης. Η σύνθεση, που μέσα κι από τους στίχους του Γερμανού ρομαντικού Φρίντριχ Σίλερ, εκφράζει το όραμα ενός κόσμου αδελφοσύνης κι αγάπης. Με την ΚΟΑ συμπράττουν διεθνώς διακεκριμένοι ερμηνευτές.
Η σοπράνο Καμίλα Τίλινγκ, μια από τις σπουδαιότερες λυρικές φωνές της Σουηδίας και η Γαλλίδα μεσόφωνος Ωντ Εξτρεμό που μεταξύ άλλων έχει χαρακτηρισθεί ως «η Κάρμεν της γενιάς της». Ο υποψήφιος για Grammy τενόρος Μπάρι Μπανκς και ο διάσημος μπασο-βαρύτονος Άντριου Φόστερ-Ουίλιαμς.
Συμμετέχουν η Χορωδία της ΕΡΤ, η Χορωδία Δήμου Αθηναίων και η Oltenia Philharmonic Academic Choir.
Πηγές Άρθρων
Ολα τα άρθρα που θα βρείτε εδώ προέρχονται από τους μεγαλύτερους και πιο αξιόπιστους ιστότοπους ειδήσεων.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά εδώ!