«Φυγή» καταθέσεων από τους τραπεζικούς λογαριασμούς, χωρίς καμία ανησυχητική ένδειξη, σημειώθηκε τους πρώτους μήνες του έτους, με το φαινόμενο να δείχνει τάσεις εξισορρόπησης από τον Απρίλιο και μετά. Σύμφωνα με ανώτατους τραπεζικούς παράγοντες, η εικόνα αυτή είναι συνηθισμένη, τουλάχιστον για τον Ιανουάριο, αλλά ειδικά φέτος, αποδίδεται σε ένα μείγμα από τρεις συγκεκριμένους παράγοντες.
Αυτοί είναι:
- η συνήθης εποχικότητα, που επηρεάζει τα υπόλοιπα καταθέσεων οπωσδήποτε τον πρώτο και τον δεύτερο μήνα του έτους, ως αποτέλεσμα αναλήψεων για πληρωμή υποχρεώσεων μετά την καταβολή επιπλέον επιδομάτων, Δώρου Χριστουγέννων ή bonus στο τέλος Δεκεμβρίου,
- η βελτίωση του χρηματοδοτικού κόστους, κυρίως σε επιχειρήσεις, με τον περιορισμό των spreads στον οποίο προχώρησαν οι τράπεζες, σαν αντιστάθμισμα της αύξησης επιτοκίων και η οποία αποτέλεσε έναυσμα για σημαντικού ύψους αποπληρωμές δανείων, έγκαιρες, αλλά ακόμη και πρόωρες,
- η μετακίνηση σε άλλες αποταμιευτικές λύσεις, κυρίως σε επενδυτικές τοποθετήσεις προς άγραν μιας υψηλότερης απόδοσης (π.χ. αμοιβαία κεφάλαια) ή σε ομόλογα και άλλα ασφαλή επενδυτικά καταφύγια, λόγω και των διεθνών γεωπολιτικών αναταράξεων.
Την εικόνα αυτήν περιγράφουν αναλυτικά στις παρουσιάσεις τους τα επιτελεία των τραπεζών, λύνοντας και τις σχετικές απορίες των αναλυτών χρηματοοικονομικών οίκων στις παρουσιάσεις των προοπτικών και των αποτελεσμάτων των τραπεζών. Μάλιστα, ένα από τα βασικά ερωτήματα είναι ποιο είναι το κόστος των τραπεζών στην απόδοση τόκων προς τους καταθέτες και πώς αποτιμάται αυτό σε προϊόντα υψηλότερα των κλασικών, ελάχιστων, τραπεζικών τόκων, όπως π.χ. στις προθεσμιακές.
Αυτό που είναι αντικίνητρο για το κοινό -η όχι και τόσο υψηλή απόδοση σε μια προθεσμιακή κατάθεση- είναι από την άλλη πλευρά όφελος, υπό την έννοια του κόστους στον τραπεζικό ισολογισμό και όσο το μερίδιο των προθεσμιακών στο σύνολο κάθε μορφής καταθέσεων παραμένει σχετικά χαμηλό -πουθενά δεν ξεπερνά το 25% της πίτας- τόσο ευνοεί τα τραπεζικά αποτελέσματα.
Χαρακτηριστικό είναι ότι στην Τράπεζα Πειραιώς το 51% των καταθέσεων αφορά λογαριασμούς της ευρείας λιανικής βάσης, με τις προθεσμιακές να φτάνουν το 23% του συνόλου. Το υπόλοιπο ποσοστό αφορά λογαριασμούς πρώτης ζήτησης, δηλαδή ταμιευτηρίου και όψεως και εξ αυτής της δομής, το κόστος χρηματοδότησης των καταθέσεων για την τράπεζα ανέρχεται στο 2%, δηλαδή σε 13,3 δισ. ευρώ.
Στην Εθνική Τράπεζα, η οποία παρουσιάζει μια σταθερή βάση καταθέσεων όψεως και ταμιευτηρίου και μάλιστα το πρώτο φετινό τρίμηνο συγκριτικά με το αντίστοιχο του ’23 είχε εισροή καταθέσεων 600 εκατ. ευρώ από τους πελάτες λιανικής τραπεζικής του εσωτερικού, οι προθεσμιακές καταθέσεις αφορούν το 19% του συνόλου της πίτας όλων των καταθετικών λογαριασμών.
Εμφανής η τάση μείωσης καταθέσεων το πρώτο τρίμηνο φέτος, κατά 1,5 δισ. ευρώ στην Εθνική Τράπεζα και κατά περίπου 1 δισ. ευρώ στην Τράπεζα Πειραιώς (976 εκατ. ευρώ) σε σχέση με το τέλος του 2023, αναμένεται να αποτελέσει αντίστοιχο χαρακτηριστικό και στις τριμηνιαίες καταστάσεις και των υπόλοιπων τραπεζών, που θα δοθούν στη δημοσιότητα στα μέσα του μήνα.
Άλλωστε, η Τράπεζα της Ελλάδος το έχει ήδη συμπεριλάβει στα επίσημα στατιστικά της στοιχεία: κεφάλαια περίπου 4,5 δισ. ευρώ έκαναν φτερά από τις συνολικές καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας μέσα σε ένα τρίμηνο. Από τον Δεκέμβριο του ’23, που το σύνολο καταθέσεων επιχειρήσεων και νοικοκυριών ήταν 194,8 δισ. ευρώ, ο Μάρτιος έκλεισε στα 190,2 δισ. ευρώ, βέβαια, υψηλότερα από τα 189,6 δισ. ευρώ του Ιανουαρίου και τα 188,6 δισ. ευρώ του Φεβρουαρίου.
Ακολουθήστε το Powergame.gr στο Google News για άμεση και έγκυρη οικονομική ενημέρωση!
Πηγές Άρθρων
Ολα τα άρθρα που θα βρείτε εδώ προέρχονται από τους μεγαλύτερους και πιο αξιόπιστους ιστότοπους ειδήσεων.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά εδώ!