Πώς γίνεται μια κυβέρνηση που έχει εκλεγεί μόλις πριν από 10 μήνες, με το εντυπωσιακό ποσοστό του 41% και που σε όλες τις δημοσκοπήσεις έρχεται πρώτη και με μεγάλη διαφορά από το δεύτερο κόμμα, να αντιμετωπίζει τις ευρωεκλογές του Ιουνίου – που πιθανότατα θα καταγράψουν ρεκόρ αποχής – ως κρίσιμο τεστ νομιμοποίησης; Τι είναι εκείνο που έχει φέρει την κυβέρνηση Μητσοτάκη σε θέση άμυνας και έχει υποχρεώσει τον πρωθυπουργό σε μια πρώιμη προεκλογική καμπάνια, ώστε να πείσει να προσέλθουν στις κάλπες οι δυσαρεστημένοι ψηφοφόροι της Νέας Δημοκρατίας;
Πώς εξηγείται ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης, που στην καταλληλότητα του πρωθυπουργού παραμένει χωρίς αντίπαλο, αναγκάζεται να προειδοποιήσει για τους κινδύνους αποσταθεροποίησης σε περίπτωση ήττας (εννοεί μεγάλης πτώσης) του κόμματός του στις ευρωκάλπες;
Πώς εξηγείται αυτή η δυσαρμονία ανάμεσα στα νούμερα των γκάλοπ και μια διάχυτη δυσφορία που νιώθει κανείς στον δρόμο; Γιατί ο Κανένας επιστρέφει ως πρωταγωνιστής των πολιτικών εξελίξεων;
Είναι πιθανότατα ένας συνδυασμός. Ένας συνδυασμός μιας εσωτερικής οργής για τον πληθωρισμό και την αύξηση του κόστους ζωής – σε έναν πληθυσμό που είδε το βιοτικό του επίπεδο να βυθίζεται τα προηγούμενα χρόνια – μαζί με μια βαθιά ενόχληση για ένα κράτος και μια κρατική γραφειοκρατία, περισσότερο βαλκανική παρά ευρωπαϊκή και που παρά τις πολυδιαφημισμένες μεταρρυθμίσεις και τα ψηφιακά by pass του Πιερρακάκη, αποδεικνύεται πολύ μακριά από τις προσδοκίες μας. Αποδεικνύεται αδιαπέραστη από την εξέλιξη, ανθεκτική σε όλες τις προσπάθειες εκσυγχρονισμού της.
Μια κρατική γραφειοκρατία που δεν μπορεί να ανταποκριθεί με επάρκεια στις νέες συνθήκες της κλιματικής αλλαγής και τις φυσικές καταστροφές, ένας κρατικός μηχανισμός που δεν εγγυάται την ασφάλεια ούτε στις σιδηροδρομικές γραμμές ούτε καν έξω από το Αστυνομικό τμήμα.
Είναι ακόμα όμως και η αίσθηση αλαζονείας, η αίσθηση αλαζονείας που εκπέμπει μια κυβέρνηση χωρίς αντίπαλο και που αποκρυσταλλώνεται στην προστασία που παρέχει η κοινοβουλευτική πλειοψηφία στον “δακτυλοδειχτούμενο” για την τραγωδία των Τεμπών, πρώην υπουργό Μεταφορών Κώστα Καραμανλή.
Και είναι αυτή η αίσθηση αλαζονείας που μαζί με τη δυσφορία για τις οικονομικές εξελίξεις και την ακρίβεια, σε συνδυασμό με τα τραγικά γεγονότα των τελευταίων μηνών, που τροφοδοτεί έναν γενικευμένο αντισυστημισμό (εν υπνώσει από την εποχή της χρεοκοπίας) –όπως έγραφε πολύ σωστά προχθές εδώ στο capital.gr ο συγγραφέας Χρήστος Χωμενίδης– και που δίνει laisser passer στην κυκλοφορία και τη διάδοση των πιο απίθανων θεωριών συνωμοσίας, που διακινούν προθύμως ασόβαρα πολιτικά πρόσωπα. Ασόβαρα και ανήθικα πολιτικά πρόσωπα, έτοιμα να εκτοξεύσουν την πιο απίθανη παραδοξολογία για μια φούχτα ψήφους. Παραδοξολογία όμως που βρίσκει πρόθυμο κοινό να την υιοθετήσει και να την πιστέψει.
Enter ο Στέφανος Κασσελάκης. Ο κ. Κασσελάκης ανέλαβε την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, του κόμματος που ανδρώθηκε στον αντισυστημισμό και στην εχθροπάθεια στις κάτω πλατείες, σε μια εποχή που τα στελέχη του ομολογούσαν πλέον ανοιχτά ότι η στρατηγική του “γαμ@@ ο Μητσοτάκης” τους οδήγησε στη δεινή εκλογική ήττα και στο φτωχό 17%. Ήταν κοινός τόπος πλέον στο κόμμα της αριστεράς ότι η επένδυση στην τοξικότητα ήταν μια λάθος επιλογή, ότι η εποχή είχε αλλάξει, οι ανάγκες των πολιτών ήταν διαφορετικές, η οργή είχε κοπάσει και πλέον αυτό που αναζητούσαν οι ψηφοφόροι ήταν η επιστροφή στην κανονικότητα, στην πολιτική σταθερότητα και την οικονομική ανάπτυξη. Αυτά ακριβώς που υπόσχονταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης και που του έδωσαν τη νίκη σε αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις.
Στην πρώτη φάση ο κ. Κασσελάκης ήταν ο άνθρωπος που θα τα άλλαζε όλα -κυρίως εκείνα τα παραδοσιακά και demode αριστερά- θα αποκαθιστούσε την επαφή με τους απλούς ψηφοφόρους που είχαν αποξενώσει οι κομματικές ελίτ, θα επικοινωνούσε μαζί τους αδιαμεσολάβητα και θα τους έδινε τη δυνατότητα να διατυπώσουν εκείνοι το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ. Η σημασία που έδιναν στις πολιτικές προτάσεις του τα media ήταν αντιστρόφως ανάλογες του ενδιαφέροντος που έδειχναν για το lifestyle του νέου προέδρου, του πρώτου ανοιχτά gay πολιτικού αρχηγού στην Ελλάδα.
Έως το συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ. Το συνέδριο όπου η παλαιά κομματική ηγεσία επιχείρησε ανεπιτυχώς την εκπαραθύρωσή του, με τη συνδρομή του Αλέξη Τσίπρα (ή καλύτερα παρά τη συνδρομή του Αλέξη Τσίπρα). Ο κ. Κασσελάκης νίκησε κατά κράτος, με τη βοήθεια του σκοτεινού Νίκου Παππά και του γνωστού Παύλου Πολάκη, απέκτησε αυτοπεποίθηση και προσχώρησε με ασύγνωστη αφέλεια για τις συνέπειες, στον τοξικό λόγο των κομματικών του μεντόρων.
Γράφοντας χθες στην Καθημερινή και εξηγώντας γιατί ζητάει πρόωρες εκλογές -επιβεβαιώνοντας έτσι άθελά του την κατηγορία του Κυριάκου Μητοστάκη ότι επιδιώκει την αποσταθεροποίηση, πόσο μάλλον που ομολογεί ότι δεν θα είναι πρώτο κόμμα- ο Στέφανος Κασσελάκης ξέχασε τους “διεθνείς παρατηρητές” που με τόση ελαφρότητα πρότεινε προ καιρού και έκανε λόγο για μια χώρα “βουτηγμένη στην οικογενειοκρατία, την αλληλεγγύη των πολιτικών τζακιών, τη συγκάλυψη, τη διαφθορά, την ανασφάλεια, την οικονομική αβεβαιότητα και τη διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων”. Μάλιστα πρόσθεσε ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη “φλερτάρει με το Grexit από το ευρωπαϊκό δημοκρατικό θεσμικό πλαίσιο” και κάλεσε σε συστράτευση για την προστασία της Δημοκρατίας. Περιέγραψε δηλαδή μια δυστοπική Ελλάδα που υπάρχει μόνο στη φαντασία του.
Σε άλλο σημείο, ο κ. Κασσελάκης σημείωσε ότι η Ελλάδα “δεν έχει την πολυτέλεια να χάσει άλλα τρία χρόνια μέχρι τις επόμενες εθνικές εκλογές”. Αυτό που είναι βέβαιο όμως είναι, ότι αν επιστρέψει η κομματική αντιπαράθεση στην τοξικότητα και στην ακραία πόλωση του παρελθόντος, θα έχει χάσει ίσως την ευκαιρία για τις μεγάλες μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη.
Η κάλπη του Ιουνίου θα δείξει ποιο είναι και πόσο μεγάλο είναι το κοινό των νέων Αγανακτισμένων που θέλει να εκφράσει ο κ. Κασσελάκης. Κάποιος το έθεσε και διαφορετικά: Θα δείξει ακόμα η κάλπη και πόσο σοφότεροι γίναμε (αν γίναμε) από την χρεοκοπία και τον εμφύλιο της σύγκρουσης για τα μνημόνια.
Πηγές Άρθρων
Ολα τα άρθρα που θα βρείτε εδώ προέρχονται από τους μεγαλύτερους και πιο αξιόπιστους ιστότοπους ειδήσεων.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά εδώ!