1)Χρειαζόμαστε Δικαιοσύνη
Χαρακτηριστική περίπτωση του τρόπου που λειτουργεί η δικαιοσύνη στη χώρας μας αποτελεί η προσφυγή της κα Μιράντας Ξαφά και του κ. Χάρη Μάκκα, εναντίον του πρώην υπουργού και αρχηγού των ΑΝΕΛ, Πάνου Καμμένου.
“Σήμερα μπήκε οριστικό τέλος στα ψέμματα Καμμένου περί αγοράς CDS σε ομόλογα Ελλ. Δημοσίου με εσωτερική πληροφόρηση. Τώρα λέει ότι είχε λάθος πληροφόρηση, ενώ τα ψέμματα ήταν απολύτως εσκεμμένα για να εξασφαλίσουν ψήφους στους ΑΝΕΛ και τελικά θέση Κυβερνητικού εταίρου ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ” έγραψε πριν λίγες μέρες η Μιράντα Ξαφά στα κοινωνικά δίκτυα.
Το μακρινό 2011 όταν η χώρα κλυδωνίζονταν από τη χρεοκοπία και της μνημόνια, το χρηματιστήριο κατέρρεε, οι καταθέτες απέσυραν τα χρήματα από τις τράπεζες ο κ. Καμμένος είχε κατηγορήσει την κα Ξαφά και τον κ. Μάκκα κερδοσκοπούσαν σε βάρος της Ελλάδας.
Τόσο από τα μέσα ενημέρωσης όσο και από το βήμα της Βουλής υποστήριζε πως μέσω της αγοράς CDS κέρδιζαν από την άνοδο των τιμών τους όσο αυξανόταν η πιθανότητα χρεοκοπίας.
Οι δυο κατέφυγαν στη δικαιοσύνη για να προστατευτούν. Η τελική απόφαση βγήκε πριν λίγες μέρες μετά 13 χρόνια, εν έτει 2024.
Ο κ. Καμμένος υποστήριξε στο δικαστήριο πως δεν είχε κανένα στοιχείο να στηρίξει τις κατηγορίες πως τα δυο πρόσωπα κερδοσκόπησαν με τη χρεοκοπία της χώρας μέσω ασφαλίστρων κινδύνου είτε ατομικά, είτε μέσω κάποια εταιρείας ή άλλου νομικού προσώπου.
Ακόμη είπε πως οι κατηγορίες που εκτόξευσε τότε και οι οποίες θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο τα δύο πρόσωπα στοχοποιώντας τα στην κοινή γνώμη, μια μερίδα της οποίας αναζητούσε εξιλαστήρια θύματα, στηρίχθηκαν σε λανθασμένες πληροφορίες.
Με κατηγορίες “λάσπης” σαν και αυτή ο κ. Καμμένος και πολλοί άλλοι εκείνη την περίοδο έστησαν πολιτικές καριέρες ποντάροντας στην αγανάκτηση που προκάλεσε η χρεοκοπία.
Ο κ. Καμμένος ηγήθηκε των Ανεξάρτητων Ελλήνων και το 2015 συμμετείχε στις κυβερνήσεις των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ κυρίως ως Υπουργός Άμυνας.
Αν η δικαιοσύνη λειτουργούσε με επάρκεια στη χώρα, σε μερικούς μήνες ή έστω 1-2 χρόνια η υπόθεση θα είχε τελεσιδικήσει, περιορίζοντας την πολιτική σπέκουλα των ανυπόστατων κατηγοριών και προστατεύοντας τα θύματα την κρίσιμη περίοδο.
Απόδοση δικαιοσύνης μετά από 10 και 13 χρόνια θεωρείται αρνισιδικία, δηλαδή άρνηση έκδοσης δικαστικής απόφασης.
Η υπόθεση Ξαφάς-Μάκκα είναι χαρακτηριστική του τρόπου που λειτουργεί η ελληνική δικαιοσύνη. Η αδυναμία έγκαιρης απόδοσης δικαιοσύνης αποτελεί αρνητικό παράγοντα σε σχέση με την εμπιστοσύνη των πολιτών στους θεσμούς και το κράτος. Επίσης επηρεάζει αρνητικά τη διάθεση για επενδύσεις.
Πριν λίγες μέρες οι αρμόδιες υπηρεσίες επέβαλλαν ένα τεράστιο πρόστιμο σε μια επιχείρηση. Η τελευταία κατέφυγε στη δικαιοσύνη για να προστατευτεί. Αν η απόφαση βγει μετά 5 ή 10 χρόνια η επιχείρηση μπορεί να μην υπάρχει, οπότε η οποία δικαίωση θα είναι άχρηστη. Υποθέσεις σαν αυτή θα προβληματίσουν δυνητικούς επενδυτές. Εκτός όλων των άλλων η κατάσταση της δικαιοσύνης συμβάλλει και στην κατάσταση όπου η χώρας μας συγκαταλέγεται μεταξύ των φτωχότερων της Ευρώπης.
Χρειαζόμαστε επειγόντως Δικαιοσύνη λοιπόν.
2) Είμαι 29 χρονών και έχω φύγει από την Ελλάδα
Χαίρετε κύριε Στούπα,
Είμαι 29 χρονών και έχω φύγει από την Ελλάδα εδώ και 5 χρόνια περίπου (με ένα διάλειμμα 1 χρόνου για τη θητεία). Τα 4 χρόνια που έχω ξοδέψει στο εξωτερικό σπούδασα 1 χρόνο στη Σκωτία, εργάστηκα 1 χρόνο στις Βρυξέλλες και τώρα ζώ και εργάζομαι στη Νορβηγία σχεδόν 2 χρόνια.
Διαβάζω καθημερινά εδώ και αρκετά χρόνια τη στήλη σας γιατί έχω καταλάβει από την εποχή του τσίρκου των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ ότι οι “απαισιόδοξες” προβλέψεις σας συνήθως είναι αρκετά ρεαλιστικές.
Αποφάσισα να σας στείλω για να σας δώσω την οπτική γωνία των χιλιάδων ατόμων της γενιάς μου στην Ελλάδα εντός και εκτός των συνόρων. Όπως μπορείτε να καταλάβετε από την ηλικία μου, το διάστημα 2010-15, που ήταν αρκετά τραυματικό για την ελληνική κοινωνία, η γενιά μου τελείωνε το σχολείο και κατά τη διάρκεια του τσίρκου του καλοκαιριού του 2015 ήμασταν φοιτητές. Τα βιώματα αυτά μας έχουν κάνει μια γενιά η οποία χαρακτηρίζεται από μια ευρύτερη απογοήτευση από τη χώρα, τη γενιά που μας μεγάλωσε, το ευρύτερο “σύστημα”. Όποτε γυρνάω στην Αθήνα οι γνωστοί και φίλοι που έχουν “μείνει πίσω” μου μεταφέρουν το γενικότερο κλίμα κατήφειας που επικρατεί ανάμεσα στους συνομήλικους μας και την αίσθηση ότι είναι ανόητο να κάνεις πλάνα για το μέλλον, αφού για τη συντριπτική πλειοψηφία αυτών που προέρχονται από το ίδιο μικρομεσαίο κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον όπως εγώ, η πραγματικότητα στην Ελλάδα είναι:
– Σπουδές με τη σκέψη ότι ακόμη και να αποφοιτήσεις από το Πολυτεχνείο το καλύτερο σενάριο είναι να βρεις μια δουλεία που να πληρώνει λίγο πιο πάνω από το βασικό μισθό μετά από πολλή προσπάθεια.
– Διαμονή με τους γονείς στο πατρικό μέχρι τα 30 αν είσαι τυχερός.
– 10ωρη+ δουλειά σε εταιρεία με 900€ καθαρά αν είσαι τυχερός.
– Εργασιακή προοπτική να παίρνεις αρκετά χρήματα
Αντίθετα, οι συνομήλικοι μου από άλλες χώρες της Δυτικής Ευρώπης μου μεταφέρουν την εξής εικόνα:
– Στις προπτυχιακές τους σπουδές συγκατοικούσαν σε κοινά σπίτια ή σε εστίες και απασχολούνταν μερικώς κάποιες μέρες τη βδομάδα και τα καλοκαίρια.
– Όταν αποφοιτούσαν από το προπτυχιακό τους οι περισσότεροι έκαναν μεταπτυχιακές σπουδές σε κάποια άλλη χώρα για να ζήσουν στο εξωτερικό για την εμπειρία.
– Μετά το πέρας των μεταπτυχιακών τους σπουδών στα 23-24 θεωρούσαν δεδομένο ότι θα βρουν κάποια δουλεία που τον πρώτο χρόνο τους πλήρωνε αρκετά ώστε να υποστηρίζουν μόνοι τους μια ενήλικη ζωή.
– Στα 30 τους πλέον εργασιακά βρίσκονται σε τέτοια θέση ώστε να μπορούν να κάνουν πλάνα για οικογένεια και αγορά κατοικίας.
Όπως καταλαβαίνετε, υπάρχει διάχυτη απογοήτευση και πεσιμισμός στην Ελλάδα σε σύγκριση με τους συνομηλίκους μας από χώρες όπως η Γαλλία, το Βέλγιο, η Γερμανία, η Σουηδία.
Εμείς οι Έλληνες (και Ισπανοί, Πορτογάλοι, Ιταλοί, Ανατολικοευρωπαίοι) που ζούμε σε αυτές τις χώρες όταν μεταναστεύουμε δυσκολευόμαστε να προσαρμοστούμε στο κοινωνικό περιβάλλον τα πρώτα 1-2 χρόνια. Το βασικό πρόβλημα ενός σύγχρονου Νοτιοευρωπαίου μετανάστη είναι η αίσθηση ότι δε βρίσκεις άτομα να σε καταλαβαίνουν και ότι οι τοπικές κοινωνίες σε εκλαμβάνουν σαν κάτι ξένο. Ο λόγος για τον οποίο μένουμε είναι επειδή ξέρουμε οτι εδώ, παρόλο που νιώθουμε ξένοι, έχουμε επιτέλους τη δυνατότητα να κάνουμε όνειρα και σχέδια για το μέλλον. Και μετά από το διάστημα της προσαρμογής η διαμονη στο εξωτερικό γίνεται ακόμη πιο ευχάριστη.
Παρόλα αυτά οι περισσότεροι από εμάς εκφράζουν την άποψη οτι θα γυρίζαν πίσω αν έβρισκαν κάποια αξιοπρεπή δουλειά, με το “αξιοπρεπή” να σημαίνει αρκετά χρήματα ώστε να μπορείς να κάνεις οικογένεια χωρίς άγχος.
Ταυτόχρονα με αυτό όμως, όλοι μας εκφράζουμε επίσης τη δυσαρέσκεια μας με την κατάσταση στην Ελλάδα. Τα οικονομικά στοιχεία του 2023 δείχνουν οτι έπειτα από 5 χρόνια διακυβέρνησης μιας κεντροδεξιάς – υποτίθεται σοβαρής – κυβέρνησης, η ελληνική οικονομία σημειώνει ακόμα ανάπτυξη βασιζόμενη στον τουρισμό, την οικοδομή, τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης και την ιδιωτική κατανάλωση.
Σίγουρα σε σύγκριση με το τσίρκο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ η κυβέρνηση της ΝΔ έχει καταφέρει αρκετά, όπως η διαχείριση πανδημίας, η αύξηση γεωπολιτικού αποτυπώματος της χώρας, η διαχείριση της Τουρκίας, η μερική ψηφιοποίηση του δημοσίου, ή καλύτερη ενσωμάτωση της χώρας στις ενεργειακές οδούς της Ευρώπης, η πρόοδος σε έργα όπως το Ελληνικό, η προσέλκυση μεγάλων επενδύσεων στον ενεργειακό τομέα. Στον αντίποδα όμως, ο σχηματισμός βιομηχανικού κεφαλαίου για το 2023 ήταν αρνητικός, η δικαιοσύνη ακόμα χρειάζεται σχεδόν δεκαετία για την επίλυση υποθέσεων αστικού δικαίου, η γραφειοκρατία που αντιμετωπίζουν οι ξένοι επενδυτές είναι ακόμη αρκετά χαώδης ώστε να αποτρέπει τις άμεσες ξένες επενδύσεις από το εξωτερικό, η πρωτοβάθμια παιδεία είναι ακόμη από τις χειρότερες στην Ευρώπη, και τα πανεπιστήμια είναι ακόμα υποχρηματοδοτούμενα και κυριαρχούμενα από “μπάχαλους”.
Καλό το έργο που έχει κάνει μέχρι τώρα η κυβέρνηση Μητσοτάκη, με τα μέτρα και σταθμά όμως που έθεσε η παρακμή που επικρατούσε την περίοδο 2015-19. Παραταύτα, δεν είναι αρκετό. Για να γυρίσουν πίσω οι 500.000 νέοι που έφυγαν από το 2010 και συνεχίζουν να φεύγουν, πρέπει να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας που πληρώνουν αξιοπρεπείς μισθούς. Για να δημιουργηθούν τέτοιες θέσεις εργασίας, πρέπει να γίνουν ξένες επενδύσεις, όχι σε ακίνητα από τη Χρυσή βίζα, αλλά σε νέες παραγωγικές μονάδες που παράγουν προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας.
Κανείς Έλληνας που ζει και εργάζεται στη Δυτική και Βόρεια Ευρώπη δεν πρόκειται να πάρει την απόφαση να γυρίσει πίσω όσο βλέπει ότι το καλύτερο που έχει να προσφέρει η αντιπολίτευση είναι αναμάσημα του αριστερού σανού που τρώμε στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια όλης της Μεταπολίτευσης περί αναδιανομής του πλούτου μέσω της υψηλής φορολόγησης των μεγάλων εταιρειών. Πότε θα καταλάβουμε σαν λαός οτι ο πλούτος δημιουργείται από μεγάλες εταιρείες οι οποίες επενδύουν σε παραγωγικές υποδομές; Πότε θα καταλάβουμε επιτέλους οτι για να επενδύσουν στη χώρα σου αυτές οι εταιρείες πρέπει ή να προσφέρεις χαμηλή φορολογία και χαμηλούς μισθούς (όπως στη Βουλγαρία και την Τουρκία) ή να προσφέρεις ανταγωνιστικό πλεονέκτημα σχετικό με τη γεωγραφική θέση, τις υποδομές, την επιχειρηματικότητα, την αποτελεσματικότητα του κράτους και της δικαιοσύνης. Στο Βέλγιο και στη Δανία η φορολογία των μεγάλων εταιρειών είναι στα ύψη. Παραταύτα, οι επενδύσεις σ’αυτες τις χώρες είναι πολύ μεγαλύτερες ως ποσοστό του ΑΕΠ από ότι στην Ελλάδα γιατί εκεί υπάρχουν αποτελεσματικοί θεσμοί και ταλέντο.
Το πρόβλημα του brain drain δεν είναι μια βραδυφλεγής βόμβα γιατί όσο υπάρχει επιβαρύνεται αυξανόμενα το ασφαλιστικό σύστημα και απειλεί την ίδια την υπόσταση της χώρας. Το πρόβλημα του brain drain είναι βραδυφλεγής βόμβα γιατί με κάθε χρόνο που περνάει ένας Έλληνας του εξωτερικού στη χώρα διαμονής του γίνεται όλο και λιγότερο διατεθειμένος να γυρίσει πίσω αν η κατάσταση στην Ελλάδα βελτιωθεί. Όταν το μόνο κίνητρο που έχεις για να γυρίσεις πίσω στη γενέτειρα σου με χαμηλότερες απολαβές είναι η μη ενσωμάτωση στη χώρα διαμονής σου, η πιθανότητα της τελικής παλιννόστησης σου είναι αντιστρόφως ανάλογη του βαθμού ενσωμάτωσης σου στη χώρα διαμονής. Αν κάποιος/-α έχει ξοδέψει 5 χρόνια σε μια χώρα, μιλάει την τοπική γλώσσα, έχει γηγενείς φίλους ή έχει σύντροφο που δεν είναι από την Ελλάδα, η πιθανότητα παλιννόστησής του/της είναι μηδαμινή, ακόμα και αν το 2030 η Ελλάδα έχει ίδιο κατα κεφαλήν με αυτό της Ιταλίας (που και αδύνατο φαίνεται με τα τωρινά δεδομένα και μη αρκετό για να πειστεί κάποιος να επιστρέψει).
Πολλές φορές συνειδητοποιώ ότι η ελίτ στην Ελλάδα έχει την άποψη οτι το δημογραφικό ζήτημα στην Ελλάδα θα λυθεί ως δια μαγείας όταν η οικονομική ανάπτυξη φτάσει στο σημείο να προσφέρει αρκετά ανταγωνιστικές εργασιακές ευκαιρίες και ότι όλη αυτή η γενιά που ζει εκτός ελληνικών συνόρων θα πάρει την απόφαση να γυρίσει όταν οι οικονομικοί δείκτες περάσουν ένα κρίσιμο όριο.
Δεν δουλεύουν έτσι ούτε η κοινωνία ούτε οι άνθρωποι. Η μεγαλύτερη ζημιά έχει γίνει ήδη και καλά θα κάνουμε να καταλάβουμε ότι οι περισσότεροι από αυτούς που έφυγαν δεν θα γυρίσουν ποτέ. Κάποιος που έφυγε στα 25 του το 2011 είναι σχεδον 40 χρονών σήμερα και πιθανόν έχει παιδί το οποίο μιλάει τη ντόπια γλώσσα καλύτερα από τα ελληνικά. Πώς θα πειστεί αυτός ο άνθρωπος να γυρίσει πίσω ακόμα και αν η Ελλάδα δεν ήταν το χάος που είναι σήμερα; Καλό θα ήταν να καταλάβουμε σαν κοινωνία ότι κάθε χρόνο που περνάει η ανεπανόρθωτη ζημιά μεγαλώνει και οτι τα περιθώρια στενεύουν.
Χρήστος Μαυρογιάννης
Πηγές Άρθρων
Ολα τα άρθρα που θα βρείτε εδώ προέρχονται από τους μεγαλύτερους και πιο αξιόπιστους ιστότοπους ειδήσεων.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά εδώ!