Με αφορμή την 25η Μαρτίου επανέρχεται στη μνήμη μία από τις εξέχουσες και ταυτόχρονα τραγικές μορφές της Επανάστασης του 1821 και του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα: Ο Νικήτας Σταματελόπουλος, γνωστότερος ως Νικηταράς ο «Τουρκοφάγος».
Ο Νικηταράς γεννήθηκε στη Μεγάλη Αναστάσοβα, τη σημερινή Νέδουσσα Μεσσηνίας, το 1781 και ήταν γιο του Σταματέλου, γνωστού ως «Τουρκολέκα», αγωνιστή της περιοχής του Λεονταρίου, και μητέρα του η Σοφία Δημητρίου Καρούτσου. Από τα αδέλφια του, γνωστά είναι ο Ιωάννης Τουρκολέκας που ανακηρύχθηκε άγιος παιδομάρτυς και ο Νικόλαος Σταματελόπουλος.
Από πολύ μικρός έγινε επικεφαλής μπουλουκιού στο σώμα του κλέφτη Ζαχαριά, όπου διακρίθηκε για την ανδρεία του. Το 1805, μετά τον διωγμό των κλεφταρματολών, πήγε στη Ζάκυνθο που τότε την κατείχαν Ρώσοι και εντάχθηκε στα τάγματα που είχαν ιδρυθεί, ενώ πολέμησε στην Ιταλία εναντίον του Ναπολέοντα.
Αργότερα επέστρεψε στα Επτάνησα και υπηρέτησε τους Γάλλους που τα είχαν καταλάβει. Το 1808 επέστεψε στην Πελοπόννησο μαζί με τον θείο του Κολοκοτρώνη για να βοηθήσει τον Αλή Φαρμάκη, που τον καταδίωκε ο Βελή πασάς. Στη συνέχεια, ασχολήθηκε με τη στρατολογία Αλβανών Τσάμηδων, στο πλαίσιο του σχεδίου των Γάλλων για τη δημιουργία ελληνοαλβανικού κράτους.
Μετά την κατάληψη των Επτανήσων από τους Βρετανούς, κατατάχθηκε ως αξιωματικός στα ελληνικά τάγματα υπό τον Ρίτσαρντ Τσωρτς και εστάλη στη νότια Ιταλία, για να πολεμήσει τον Βοναπάρτη. Όταν τα Τάγματα διαλύθηκαν παρέμεινε στη Ζάκυνθο.
Ο Νικηταράς στη Φιλική Εταιρεία και στην Επανάσταση του 1821
Το 1818 ο Νικηταράς μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και έκτοτε άλλαξε το επίθετό του στο υποκοριστικό Σταματελόπουλος. Το παράδειγμά του ακολούθησε και ο αδελφός του Νικόλας.
Το προσωνύμιο Νικηταράς του αποδόθηκε μετά τη Μάχη στα Δερβενάκια και υιοθέτησε ως επώνυμο ο γιος του Ιωάννης μετά το 1854.
Με την έκρηξη της Επανάστασης του 1821, ο Νικηταράς μετέβη στο Βαλτέτσι Αρκαδίας για να λάβει μέρος στη νικηφόρα μάχη της τον Μάιο του 1821. Φέρεται όμως να μην πρόλαβε να συμμετάσχει, καθώς ο Κεχαγιάμπεης μόλις είδε να πλησιάζει ο Νικηταράς μαζί με τον Ιωάννη Κολοκοτρώνη και άλλους, διέταξε υποχώρηση του οθωμανικού στρατεύματος, καθώς κινδύνευε με περικύκλωση.
Η πρώτη μάχη στην οποία έλαβε ενεργά μέρος ήταν η Μάχη των Δολιανών, της οποίας μάλιστα αποτέλεσε και τον μεγάλο πρωταγωνιστή. Σε αυτή, ο Νικηταράς με 450 άντρες κράτησε τα Άνω Δολιανά, αποκρούοντας χιλιάδες Τούρκους που επιτέθηκαν με τη βοήθεια πυροβολικού. Από εκείνη την ημέρα οι άντρες του τον ονόμασαν «Τουρκοφάγο» προσωνύμιο που έμεινε στην ιστορία.
Ο Νικηταράς διακρίθηκε στις μάχες που ακολούθησαν, στις οποίες συνεργάστηκε με τον θείο του Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, κυρίως στην πολιορκία και την άλωση της Τριπολιτσάς, αλλά και σε άλλες μάχες στη Στερεά Ελλάδα. Αποτέλεσε έναν από τους σημαντικότερους αγωνιστές της Επανάστασης με δικό του σώμα ενόπλων.
Συμμετείχε στην απώθηση του Δράμαλη στην Πελοπόννησο, ενώ στα στενά Δερβενάκια, ο Νικηταράς μαζί με τον Δημήτριο Υψηλάντη και τον Παπαφλέσσα προκάλεσε μεγάλες απώλειες στα οθωμανικά στρατεύματα.
Κατά τη διάρκεια της μάχης φέρεται να έσπασε τρία σπαθιά και όταν καταστράφηκε το τελευταίο, η παράδοση θέλει τον Νικηταρά να παθαίνει αγκύλωση στο χέρι και να καλείται γιατρός για να του το ανοίξει και να βγάλει τη λαβή του σπαθιού.
Καθώς ο Δράμαλης υποχωρούσε προς το Άργος, ο Νικηταράς κατέλαβε την οχυρή θέση Αγιονόρι και σκότωσε πολλούς Οθωμανούς που προσπάθησαν να διαφύγουν. Γενικότερα συνετέλεσε τα μέγιστα στο να υποχωρήσει τελικά ο Δράμαλης, ο οποίος υπέστη πανωλεθρία, τη γνωστή «Νίλα του Δράμαλη».
Ο Νικηταράς συμμετείχε σε πολλές ακόμα μάχες μέχρι που δημιουργήθηκε το ανεξάρτητο ελληνικό κράτος, ενώ χαρακτηρίζεται από συγχρόνους του, αλλά και από ιστορικούς, ως παράδειγμα ανδρείας και ανιδιοτέλειας.
Το άδοξο τέλος
Μετά την Επανάσταση, την περίοδο του Καποδίστρια και μετέπειτα του Όθωνα, ανήκε στο Κόμμα των Ναπαίων, το γνωστό Ρωσικό Κόμμα. Η ελληνική κυβέρνηση, φοβούμενη ότι το ρωσόφιλο κόμμα επεδίωκε να αντικαταστήσει τον βασιλιά Όθωνα με κάποιον Ρώσο πρίγκηπα, συνέλαβε τον Νικηταρά το 1839 και τον καταδίκασε σε ενάμιση χρόνο φυλάκιση, στις φυλακές της Αίγινας.
Ο Νικηταράς είχε εμπλακεί σε συνωμοσία εναντίον του Όθωνα, και είχε προδοθεί η δράση των συνωμοτών από ένα πρώην μέλος του κινήματος. Στην επακόλουθη δίκη δεν προσκομίστηκαν, καθώς είχαν προλάβει να τα καταστρέψουν, ενοχοποιητικά στοιχεία τα οποία να μπορούσαν να αποδείξουν έστω τη σύσταση «μυστικής εταιρείας», γι’ αυτό και αθωώθηκε.
Όταν αποφυλακίστηκε, η υγεία του ήταν εξασθενημένη από τα βασανιστήρια που υπέστη κατά τη διάρκεια της φυλάκισής του. Έπασχε από διαβήτη χωρίς να το γνωρίζει, με αποτέλεσμα να χάσει σε μεγάλο βαθμό την όρασή του.
Η φτώχεια και η εξαθλίωση του Νικηταρά ήταν τέτοια που αναγκάστηκε να καταφύγει στην επαιτεία, ενώ μάλιστα τού χορηγήθηκε σχετική άδεια στο χώρο όπου υπάρχει σήμερα ο ναός της Ευαγγελίστριας Πειραιώς, ενώ εργαζόταν, σχεδόν τυφλός, ως αχθοφόρος στο λιμάνι του Πειραιά.
Το 1843, όταν ο βασιλιάς Όθωνας αναγκάστηκε να παραχωρήσει Σύνταγμα στην Ελλάδα μετά την Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου, στον Νικηταρά απονεμήθηκε ο βαθμός του υποστρατήγου, μαζί με μία πενιχρή σύνταξη, ενώ το 1847 διορίστηκε μέλος της Γερουσίας.
Πέθανε στις 25 Σεπτεμβρίου 1849 σε ηλικία 68 ετών. Τελευταία του επιθυμία ήταν να ταφεί δίπλα στον θείο του Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών.
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.
Πηγές Άρθρων
Ολα τα άρθρα που θα βρείτε εδώ προέρχονται από τους μεγαλύτερους και πιο αξιόπιστους ιστότοπους ειδήσεων.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά εδώ!