Ολο και περισσότεροι Ελληνες ασχολούνται με τα κρυπτονομίσματα, καθώς και με τα ψηφιακά περιουσιακά στοιχεία, κυρίως νέοι ηλικίας περίπου 30 χρόνων, όπως αναφέρουν λογιστές και φοροτεχνικοί. Ωστόσο, η απουσία φορολογικού πλαισίου δημιουργεί προβλήματα τόσο σε αυτούς που επιθυμούν να ασχοληθούν με τα κρυπτονομίσματα όσο και στις φορολογικές αρχές, που επί της ουσίας δεν τα αναγνωρίζουν.
Μέχρι τον Σεπτέμβριο αναμένεται η ειδική επιτροπή που έχει συσταθεί να δώσει το πόρισμά της στην πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών το οποίο θα προτείνει λύσεις για την αντιμετώπιση του θέματος.
Σύμφωνα με πληροφορίες, από τον Ιανουάριο του 2025 τα κρυπτονομίσματα θα ενταχθούν στη φορολογία και τα κέρδη θα φορολογούνται ως υπεραξία από την πώληση τίτλων με συντελεστή 15%. Το πόρισμα θα χωρίζεται σε τρεις κατηγορίες.
1. Ορισμός και καταγραφή όλων των κρυπτονομισμάτων.
2. Τρόπος φορολόγησης.
3. Διαδικασία ελέγχου.
Οπως προαναφέρθηκε, σήμερα δεν υπάρχει πλαίσιο για τη φορολόγηση της υπεραξίας που προκύπτει από την πώληση κρυπτονομισμάτων, γεγονός που καθιστά αδύνατη τη χρήση των κερδών επισήμως από τους επενδυτές. Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορούν να τα χρησιμοποιήσουν για να αγοράσουν, για παράδειγμα, οτιδήποτε μεγάλης αξίας που πληρώνεται μέσω καρτών ή τραπεζικού συστήματος.
Δηλαδή, εάν κάποιος χρησιμοποιήσει τα κέρδη για την αγορά ενός ακινήτου, η φορολογική διοίκηση δεν θα αναγνωρίσει την προέλευση των χρημάτων και αυτομάτως θα ενεργοποιηθούν τα τεκμήρια. Εφόσον δεν καλύπτονται τα τεκμήρια από άλλα περιουσιακά στοιχεία, θα καταβληθεί έξτρα φόρος για την αγορά του ακινήτου. Επί της ουσίας, τα κέρδη μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο για συναλλαγές κατά βάση εκτός τραπεζικού συστήματος.
Είναι ενδεικτική η προσφυγή φορολογουμένου, ο οποίος δήλωσε στη φορολογική του δήλωση κέρδη από κρυπτονομίσματα. Συγκεκριμένα, ο προσφεύγων αναφέρει ότι η εφορία Αμαρουσίου έσφαλε, μη λαμβάνοντας υπόψη το ποσό των 1.741.826,17 ευρώ που δηλώθηκε στον κωδικό 659 της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2017 και αφορούσε εισόδημα που, όπως ισχυρίζεται, αποκτήθηκε από τη μεταβίβαση κρυπτονομισμάτων και εισήχθη μέσω τραπεζικών εμβασμάτων στην Ελλάδα το ίδιο έτος.
Μέχρι σήμερα τα ψηφιακά νομίσματα είναι αόρατα για την εφορία, καθώς δεν υπάρχει φορολογικό πλαίσιο.
Τούτο είχε αποτέλεσμα η δήλωση να εκκαθαριστεί χωρίς τη συμπερίληψη του ανωτέρω ποσού. Οπως τονίζεται στην απόφαση της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών, η φορολογική αρχή ορθώς δεν έκανε αποδεκτό το δηλωθέν από τον προσφεύγοντα ποσό, αφενός διότι το εισόδημα από τη μεταβίβαση κρυπτονομισμάτων στο εξωτερικό δεν εμπίπτει στις διατάξεις των άρθρων του ΚΦΕ, με τις οποίες προβλέπονται και απαριθμούνται περιοριστικά τα εισοδήματα που φορολογούνται με ειδικό τρόπο ή απαλλάσσονται από τον φόρο και μπορούν να δηλωθούν στους ανάλογους κωδικούς της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων και αφετέρου δεν προσκομίζονται επαρκή στοιχεία με τα οποία να προσδιορίζεται με ειδικό και σαφή τρόπο η υπεραξία που προέκυψε από τη μεταβίβαση των εν λόγω κρυπτονομισμάτων.
Οταν κλήθηκε να προσκομίσει έγγραφα για να δικαιολογήσει την ύπαρξη αυτού του εισοδήματος, ο φορολογούμενος προσκόμισε το ειδοποιητήριο εισερχόμενου εμβάσματος, μέσω του οποίου έφθασαν στον τραπεζικό λογαριασμό του τα χρήματα. Επίσης, κατέθεσε βεβαίωση της εταιρείας μέσω της οποίας έγινε η συναλλαγή, δηλαδή ενός ανταλλακτηρίου κρυπτονομισμάτων που λειτουργεί στο εξωτερικό, που επιβεβαίωσε ότι έστειλε στην ελληνική τράπεζα του φορολογουμένου το ποσό που κέρδισε από τα κρυπτονομίσματα.
Ολα αυτά, όμως, δεν αρκούν με βάση τον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, για να αναγνωρισθεί ένα εισόδημα από συναλλαγές σε κρυπτονομίσματα, όπως έκρινε η ΔΕΔ.
Αντίθετα, αν ο φορολογούμενος είχε ένα εισόδημα από αγοραπωλησία ελληνικών μετοχών ή παραγώγων θα μπορούσε να προσκομίσει σχετική βεβαίωση από χρηματιστηριακή εταιρεία, που θα έδειχνε πόσο αγόρασε και πόσο πούλησε μια μετοχή και η διαφορά θα λογιζόταν ως εισόδημα. Σε αυτή την περίπτωση, όμως, αντίστοιχο έγγραφο που να μπορεί να γίνει δεκτό από την εφορία δεν υπήρχε. Επιπλέον, το εισόδημα από κρυπτονομίσματα δεν περιλαμβάνεται στα εισοδήματα που μπορούν να δηλωθούν βάσει του νόμου.
Πάντως, το κενό στο νομοθετικό πλαίσιο για τη φορολόγηση των κερδών από τα κρυπτονομίσματα εκμεταλλεύονται πολλοί επενδυτές, ενώ, από την άλλη, ελάχιστοι δηλώνουν τα κέρδη από συναλλαγές τέτοιων νομισμάτων στη φορολογική δήλωση, ενώ όσοι το κάνουν είναι κυρίως άνεργοι ή φορολογούμενοι χωρίς εισοδήματα, αλλά με σημαντική ακίνητη περιουσία επειδή θέλουν να καλύψουν τα τεκμήρια διαβίωσης.
Σημειώνεται ότι το άρθρο 42 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος προβλέπει ότι κάθε εισόδημα που προκύπτει από υπεραξία μεταβίβασης των ακόλουθων τίτλων, καθώς και μεταβίβασης ολόκληρης επιχείρησης επίκειται σε φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων. Ειδικότερα:• Οι μετοχές σε εταιρεία μη εισηγμένη σε χρηματιστηριακή αγορά, μετοχές και άλλες κινητές αξίες εισηγμένες σε χρηματιστηριακή αγορά εφόσον ο μεταβιβάζων συμμετέχει στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας με ποσοστό 0,5%.
• Μερίδια ή μερίδες σε προσωπικές εταιρείες.
• Κρατικά ομόλογα και έντοκα γραμμάτια ή τα εταιρικά ομόλογα.
• Παράγωγα χρηματοοικονομικά προϊόντα. Σημειώνεται ότι στη λίστα των παραγώγων δεν συμπεριλαμβάνονται κρυπτονομίσματα.
Πηγές Άρθρων
Ολα τα άρθρα που θα βρείτε εδώ προέρχονται από τους μεγαλύτερους και πιο αξιόπιστους ιστότοπους ειδήσεων.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά εδώ!